- ἀδιαβάτων
- ἀδιάβατοςnot to be passedmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… … Dictionary of Greek
γεωγραφική απομόνωση — Το φαινόμενο της απομόνωσης ενός ή περισσότερων φυτικών και ζωικών ειδών σε κάποιον χώρο λόγω της παρουσίας πρακτικά αδιάβατων γεωγραφικών εμποδίων (υψηλών οροσειρών, μεγάλων θαλάσσιων εκτάσεων), που εμποδίζουν την επαφή τους με την πανίδα και τη … Dictionary of Greek